Ρομανικές ή λατινογενείς (ή νέο-λατινικές) γλώσσες ονομάζονται εκείνες οι οποίες είναι άμεσοι ‘’απόγονοι’’ της αυθεντικής λατινικής γλώσσας. Κι αυτές οι γλώσσες, επίσης, ανήκουν στην Ινδο-ευρωπαϊκή γλωσσική οικογένεια. Οι περισσότερο διαδεδομένες ομιλούμενες ρομανικές γλώσσες είναι οι εξής: Τα ισπανικά με 489 εκατομμύρια ομιλητές, τα πορτογαλικά με 250 εκατομμύρια, τα γαλλικά με 77 εκατομμύρια, τα ιταλικά με 67 εκατομμύρια και τα ρουμανικά με 24 εκατομμύρια. Οι ομιλητές αυτοί μπορούν να απαντηθούν σε ολόκληρο τον κόσμο, κυρίως όμως στην Βόρεια και Νότια Αμερική, στην Ευρώπη και σε μερικά μέρη της Αφρικής. Στο παρόν άρθρο, θα επικεντρωθούμε στην λιγότερο διαδεδομένη ρομανική γλώσσα, η οποία είναι η ρουμανική.
Ποια είναι η γλώσσα η οποία βρίσκεται πιο κοντά στα ρουμανικά;
Είναι γεγονός ότι όλες οι ρομανικές γλώσσες παρουσιάζουν εξαιρετικά πολλές ομοιότητες μεταξύ τους. Το λεξιλόγιο, η γραμματική, η σύνταξη, η σειρά των λέξεων μέσα στην πρόταση είναι γλωσσικά στοιχεία, τα οποία κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό είναι κοινά σε αυτές τις γλώσσες. Βέβαια, κάποιες από αυτές, βρίσκονται πολύ περισσότερο κοντά ‘’γλωσσικά’’ και με πολύ περισσότερες ομοιότητες σε σχέση με τις άλλες λατινογενείς γλώσσες.
Αναφορικά με τα ρουμανικά, η γλώσσα με την οποία φαίνεται να βρίσκεται περισσότερο κοντά, θα λέγαμε ότι είναι τα ιταλικά. Ρουμάνοι ομιλητές αναφέρουν ότι είναι αρκετά εύκολη η διαδικασία του να μάθουν ιταλικά. Βρίσκονται σε θέση να κατανοήσουν και την προφορική αλλά και την γραπτή γλώσσα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι υπάρχει ένα σημαντικά μεγάλο ποσοστό λέξεων, το οποίο προέρχεται από τις ίδιες λατινο-ινδο-ευρωπα’ι’κές ρίζες. Αν θα θέλαμε να προσθέσουμε και κάποια νούμερα στο σημείο αυτό, σε μια υποτιθέμενη συζήτηση στα ιταλικά, κάποιος ο οποίος είναι ομιλητής της ρουμανικής γλώσσας, θα μπορούσε να κατανοήσει ένα 15% των όσων λέγονται, χωρίς προηγουμένως να διαθέτει την οποιαδήποτε γνώση ιταλικών. Στον, δε, γραπτό λόγο το ποσοστό αυτό θεωρητικά ανέρχεται στο 20%.
Οπωσδήποτε θα υπάρξουν και διαφορετικές απόψεις από άλλους που υποστηρίζουν ότι, για παράδειγμα, το γαλλικό αλφάβητο μοιάζει με το ρουμανικό σε ποσοστό 29%, ή, όσον αφορά τον προφορικό λόγο, ένα μεγάλο μέρος του πορτογαλικού λεξιλογίου, παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με το ρουμανικό. Αλλά και πάλι, φρόνιμο θα ήταν να αναφέρουμε πως όλες αυτές οι γλώσσες είναι παράγωγα της λατινικής, συνεπώς είναι απολύτως φυσιολογικό, η μία με την άλλη να έχουν τόσα πολλά κοινά στοιχεία και ομοιότητες.
Για ποιο λόγο η ρουμανική γλώσσα είναι μοναδική;
Παρακάτω θα παρουσιάσουμε κάποιους παράγοντες που καθιστούν μοναδική τη ρουμανική γλώσσα μεταξύ της ρομανικής οικογένειας γλωσσών.
*Το οριστικό άρθρο βρίσκεται πάντα προσκολλημένο στο τέλος της λέξης και όχι στην αρχή αυτής, κάτι το οποίο δεν συμβαίνει με τις άλλες λατινογενείς γλώσσες. Αυτό οφείλεται σε κάποια προ-ρωμα’ι’κή βαλκανική επιρροή.
*Υπάρχει σημαντικό ποσοστό επιρροής από τα σλαβικά, τα τουρκικά και σε ένα μικρότερο βαθμό, από τα ελληνικά και τα ουγγρικά στη ρουμανική γλώσσα, κάτι το οποίο, ξανά, δεν συμβαίνει με τις συγγενείς γλώσσες της. Εδώ αναφερόμαστε περισσότερο στο λεξιλόγιο και στην προφορά.
*Άλλη μία σλαβική επιρροή είναι ότι στα ρουμανικά δημιουργούμε τους ‘’μεγαλύτερους’’ αριθμούς (π.χ 13,14,15,20,30 κλπ) συνδυαστικά.
*Σε πολλές λέξεις που προέρχονται από τα λατινικά, το γράμμα L, όταν βρίσκεται μεταξύ δύο φωνηέντων, μετατράπηκε σε R.
*Διατήρησαν μια μικρότερη εκδοχή των πτώσεων, το οποίο εξίσου προήλθε απευθείας από τα λατινικά.
*Γενικά, όπως προαναφέρθηκε, η επιρροή στα ρουμανικά από τη σλαβική γλώσσα ήταν σημαντική. Αυτό οφείλεται όπως μπορεί κάποιος να σκεφτεί φυσιολογικά, στην γειτνίαση της Ρουμανίας με τα σλαβικά κράτη.
*Πολλές περσικές, αραβικές και τουρκικές λέξεις υιοθετήθηκαν από τη ρουμανική γλώσσα εξαιτίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τις οποίες δεν συναντάμε στις υπόλοιπες ρομανικές γλώσσες.
Πόσο δύσκολο είναι να μάθει κανείς ρουμανικά;
Συνοψίζοντας, πόσο δύκολο είναι για κάποιον να μάθει αυτή την όμορφη γλώσσα; Γενικά θα λέγαμε ότι είναι αρκετά εύκολο, αλλά φυσικά είναι κάτι που εξαρτάται από κάποιους παράγοντες. Ένας από αυτούς είναι φυσικά η εγγύτητα της γλώσσας αυτής με την μητρική γλώσσα του ατόμου που θέλει να την μάθει. Επίσης, πόσες ώρες εβδομαδιαία θέλει κάποιος να ασχοληθεί με την εκμάθηση των ρουμανικών. Επιπλέον, πρέπει να υπολογίσουμε και το υλικό που είναι απαραίτητο για τη διδασκαλία, το οποίο θα έχει αυτό το άτομο στη διάθεση του. Και τέλος, ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας από όλους, είναι ο βαθμός του κινήτρου που θα έχει.
Σύφωνα με μια πρόσφατη έρευνα, η ρουμανική γλώσσα είναι μεταξύ των πιο εύκολων ως προς την εκμάθηση τους γλωσσών μαζί με τα γαλλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά. Ο αριθμός των εβδομάδων που υπολογίζεται για κάθε άτομο ώστε να επιτύχει τη γλωσσική επάρκεια, λαμβάνοντας φυσικά υπ’ όψιν μας και τους προαναφερθέντες παράγοντες, έγκειται σε 23-24 και οι ώρες διδασκαλίας σε περίπου 575-600.